Τα εργασιακά μετά τη λήξη των μνημονίων
Στις 21 Αυγούστου 2018 έληξε και το τρίτο μνημόνιο και η χώρα μας βγήκε – τυπικά – από την επώδυνη οκταετή περιπέτεια, η οποία για το μεγαλύτερο μέρος του λαού σήμαινε σκληρή λιτότητα και ραγδαία φτωχοποίηση. Είκοσι μέρες αργότερα, στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσ/νίκης, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε – στα πλαίσια του πρώτου μεταμνημονιακού προγράμματος - σειρά μέτρων για την ανακούφιση των ασθενέστερων οικονομικώς τάξεων και σταδιακής επαναφοράς στην προ μνημονίων κανονικότητα. Μεταξύ των εξαγγελθέντων μέτρων είναι και τα λεγόμενα «εργασιακά», που περιλαμβάνουν, βασικά, την αύξηση των κατώτατων ορίων μισθών και ημερομισθίων και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού των 510,95 ευρώ, με το οποίο αμείβονται οι κάτω των 25 ετών εργαζόμενοι, καθώς, επίσης, η επαναφορά σε ισχύ όλων των διατάξεων περί συλλογικών συμβάσεων, που είχαν ανασταλεί στη διάρκεια των μνημονίων.
Ας δούμε, λοιπόν, πως και πότε μπορούν να εφαρμοσθούν αυτές οι εξαγγελίες για τα «εργασιακά» και, κυρίως, τι αποτελέσματα θα φέρουν όταν εφαρμοσθούν.
Κατ’ αρχήν, για να ισχύσουν τα όποια νέα μέτρα, απαιτείται νομοθετική ρύθμιση, δηλ. νόμος που θα ψηφισθεί στη Βουλή μετά από συνεννόηση με τους δανειστές, οι οποίοι, δυστυχώς, θα έχουν λόγο και στο μέλλον, στα πλαίσια της αυξημένης επιτήρησης, που θα υπάρχει για πολλά χρόνια. Κατά την ψήφιση κάθε βελτιωτικής νομοθετικής ρύθμισης πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη η επίπτωση που θα έχει αυτή στην πραγματική οικονομία, αλλιώς υπάρχει κίνδυνος να πληγεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας, να καθυστερήσει η ανάπτυξη, να ανασχεθεί η αποκλιμάκωση της ανεργίας κ.λπ.
Και τώρα, ας προσεγγίσουμε τα θέματα πιο αναλυτικά.
Η αύξηση των μισθών και ημερομισθίων.
Κατά τη διάρκεια ισχύος των μνημονίων ο κατώτατος μισθός μειώθηκε από 739,56 σε 586,08 ευρώ και το κατώτατο ημερομίσθιο από 33,04 σε 26,18 ευρώ. Θεσπίσθηκε, επίσης, για πρώτη φορά στη χώρα μας υποκατώτατος μισθός, για τους κάτω των 25 ετών εργαζομένους, 510,95 ευρώ και υποκατώτατο ημερομίσθιο 22,83 ευρώ. Και παρά τις μεγάλες αυτές μειώσεις στα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων η αποκλιμάκωση της ανεργίας δεν ήταν ικανοποιητική (από 27% μειώθηκε στο 20% τον τελευταίο χρόνο). Αν ληφθεί υπ’ όψη ότι στο διάστημα αυτό η μειωμένη απασχόληση (που συνεπάγεται και ανάλογα μειωμένες αποδοχές) αυξήθηκε και καλύπτει σήμερα το 50% περίπου των απασχολουμένων από λιγότερο του 10% που ήταν προμνημονιακά, τότε μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η ανεργία δεν μειώθηκε ουσιαστικά – απλώς διασπάρθηκε σε μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων με μειωμένες αποδοχές (δηλ. υποαπασχολουμένων).
Το μεγαλύτερο, όμως πρόβλημα, σε σχέση με τις αποδοχές των μισθωτών, είναι η εφαρμογή στην πράξη των οποιωνδήποτε ευνοϊκών αποφάσεων και μέτρων. Σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητα των όποιων ευνοϊκών αποφάσεων για αύξηση των μισθών και ημερομισθίων (και συνεπώς για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων) θα παίξει η δυνατότητα των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν σ’ αυτά, αλλά και η νοοτροπία μεγάλου αριθμού κακών και δύστροπων εργοδοτών. Στην πορεία της πολυετούς κρίσης και συν τω χρόνω αναπτύχθηκε μεταξύ όλων, σχεδόν, των εργοδοτών η νοοτροπία της άρνησης πληρωμής των διαφόρων υποχρεώσεων (προς τράπεζες, δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, πιστωτές και εργαζόμενους) των επιχειρήσεων, όταν αυτές βρίσκονταν σε δυσχερή ταμειακή θέση ή πραγματική αδυναμία ή ακόμα και από απλή δυστροπία πολλών εργοδοτών, που έβρισκαν την ευκαιρία να ωφεληθούν οικονομικά. Σε όλη αυτή την ιστορία, τα πλέον ανυπεράσπιστα θύματα ήταν και εξακολουθούν να είναι οι εργαζόμενοι, που δεν διαθέτουν κανένα μέσο εκβιασμού των εργοδοτών (όπως π.χ. οι τράπεζες, το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία με κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών αυτών). Η παρεχόμενη από τη σχετική νομοθεσία προστασία στους εργαζόμενους στις περιπτώσεις μη καταβολής των οφειλομένων ή των νομίμων αποδοχών δεν είναι καθόλου ικανοποιητική, λόγω της γνωστής βραδύτητας στη λειτουργία και απόδοση της δικαιοσύνης και της αδυναμίας ελέγχου της απασχόλησης από τις Επιθεωρήσεις Εργασίας.
Οι κακοί εργοδότες και οι έχοντες ροπή προς την παραβατικότητα, γενικώς, θα εξακολουθήσουν να προσλαμβάνουν ανασφάλιστο προσωπικό (μαύρη εργασία), να απασχολούν το προσωπικό τους για μεγαλύτερο από το νόμιμο ή συμβατικό ωράριο χωρίς την οφειλόμενη πρόσθετη αμοιβή, να καθυστερούν δεδουλευμένες αποδοχές κ.λπ.
Για να εξαφανισθεί ή, έστω, περιορισθεί η κακή αυτή συνήθεια και να επανέλθει το κλίμα στην αγορά εργασίας στην προμνημονιακή κατάσταση (που δεν ήταν κι αυτή ιδανική) θα χρειασθεί πολύς χρόνος. Και κάτι τελευταίο: εάν εφαρμοσθεί, τελικά, η μείωση του αφορολόγητου στις 5.000 ευρώ (που έχει ψηφισθεί με το νόμο 4549/2018) τότε, η πραγματική ετήσια μείωση, που θα επέλθει στα εισοδήματα όλων των εργαζομένων θα είναι τόσο μεγάλη, που, ίσως, δεν θα καλυφθεί από τις εξαγγελθείσες αυξήσεις. Τα παραπάνω πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας, όταν μιλούμε για αυξήσεις των κατωτάτων ορίων μισθών – ημερομισθίων και των αποδοχών των εργαζομένων, γενικώς.
Οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.
Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι γνωστές στη χώρα μας από τα τέλη της δεκαετίας του ’30. Μάλιστα, στον ισχύοντα Αστικό Κώδικα (που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. το 1940) υπάρχει, έκτοτε, το άρθρο 680: «Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Μεταπολεμικά ψηφίσθηκε ειδική νομοθεσία για τις σ. σ. εργασίας, οι οποίες σταδιακά κάλυψαν το σύνολο των απασχολουμένων μισθωτών. Από το 1990 ισχύει ο Ν. 1876/90, όπως έχει τροποποιηθεί με διάφορους νόμους για τις συλλογικές συμβάσεις και τις ισότιμες διαιτητικές αποφάσεις.
Σύμφωνα με το Ν. 1876/90, οι σ. σ. εργασίας διακρίνονται σε εθνικές γενικές, που αφορούν όλους τους εργαζόμενους της χώρας, σε εθνικές και τοπικές ομοιοεπαγγελματικές, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος, σε επιχειρησιακές, που αφορούν τους εργαζόμενους μιας επιχειρήσεως και σε κλαδικές. Ανάλογα διακρίνονται και οι διαιτητικές αποφάσεις, που εκδίδονται, σε περίπτωση ασυμφωνίας για τη σύναψη σ. σ. εργασίας, από τη Διαιτησία, κατόπιν προσφυγής σ’ αυτήν με κοινή συμφωνία των μερών ή και μονομερώς. Εάν μια ατομική σχέση εργασίας ρυθμίζεται από περισσότερες σ. σ. εργασίας εφαρμόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης περιορίσθηκαν ή και ανεστάλησαν οι κυριότερες από τις ευεργετικές διατάξεις που διέπουν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας (βλ. Ν. 3899/2010, Ν. 4024/2011, Ν. 4093/2012 και πολλούς άλλους μέχρι πρόσφατα) κι έτσι αποδυναμώθηκε το προστατευτικό πλαίσιο των εργαζομένων. Όλα τα μνημονιακά μέτρα απέβλεπαν στη μείωση των αποδοχών κ.λπ. απολαβών των εργαζομένων για να επιτευχθεί – υποτίθεται – η αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, ανεστάλη, ουσιαστικά, η σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας όσον αφορά την χορήγηση αυξήσεων στους μισθούς και άλλων ευεργετικών διατάξεων στη διάρκεια ισχύος των μνημονιακών προγραμμάτων, καθιερώθηκε η δυνατότητα σύναψης επιχειρησιακών σ. σ. εργασίας με όρους δυσμενέστερους (και μισθούς κατώτερους) των αντίστοιχων ομοιοεπαγγελματικών και κλαδικών, ανεστάλη, επίσης, η ισχύς της εφαρμογής της ευνοϊκότερης ρύθμισης και αχρηστεύθηκε ο θεσμός της Διαιτησίας.
Τώρα, με τη λήξη του τρίτου μνημονίου (21/8/2018) πρέπει να εξετασθεί από το αρμόδιο Υπουργείο Εργασίας προσεκτικά, πως θα επανέλθουν τα πράγματα στην προ μνημονίων κατάσταση, να γίνουν, όπου απαιτούνται, οι απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις και να εκδοθούν σαφείς και λεπτομερειακές εγκύκλιοι.
Και στην περίπτωση επαναφοράς και κανονικής λειτουργίας των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και του θεσμού της Διαιτησίας απαιτείται πλήρης ομαλοποίηση της οικονομικής κατάστασης και υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, που είναι ισχυρά κίνητρα για την προθυμοποίηση των εργοδοτών να προσέλθουν στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Όσον αφορά την κήρυξη με υπουργική απόφαση των ομοιοεπαγγελματικών και κλαδικών σ.σ. εργασίας σε υποχρεωτικές, που να υποχρεώνουν όλες τις επιχειρήσεις και να καλύπτουν όλους τους εργαζόμενους που αφορούν, να υπενθυμίσουμε ότι για να υπάρξει αυτή η δυνατότητα απαιτείται τη σχετική σ.σ. εργασίας να έχουν υπογράψει εργοδοτικές ενώσεις και εργατικά σωματεία που να καλύπτουν τουλάχιστον το 51% των επιχειρήσεων και εργαζομένων, αντίστοιχα.
Αυτό σήμερα, συμβαίνει μόνο σε ορισμένους προνομιακούς κλάδους που περιλαμβάνουν μικρό αριθμό επιχειρήσεων (όπως τράπεζες, ναυτιλιακές επιχειρήσεις κ.λπ.).
Υ.Γ. Πρόσφατα, η υπουργός Εργασίας δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη ότι το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας είναι πλέον αυτοδύναμο και βιώσιμο για τα επόμενα 50 χρόνια (μέχρι το 2070) και, συνεπώς, δεν χρειάζονται άλλες μειώσεις συντάξεων. Και καλά – να αγνοεί η κυρία υπουργός τη σοφή παροιμία που λέει ο λαός μας: «μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις», αλλά να της διαφεύγει και η έκθεση που την προηγουμένη, ακριβώς, είχε ανακοινώσει η αρμόδια επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην οποία κρούονταν το καμπανάκι για τον άμεσο κίνδυνο που απειλεί το ασφαλιστικό σύστημα όλων των χωρών της Ευρώπης, κυρίως, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού (λιγότερες γεννήσεις έναντι θανάτων ετησίως) και άλλων δυσμενών παραγόντων, είναι, λίαν επιεικώς, ανεπίτρεπτο.
Εάν επικρατήσουν τέτοιες αντιλήψεις και πρακτικές, είναι βέβαιο ότι σύντομα θα ξαναχτυπήσουμε την πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπως κάνει η Αργεντινή πενήντα χρόνια τώρα (και άλλες πολλές χώρες).
Παροχή πρόσθετων διευκρινίσεων αναφορικά με την απαλλαγή από το ΦΠΑ στην παροχή υπηρεσιών και στην παράδοση αγαθών για εκδηλώσεις που οργανώνονται από δικαιούχα πρόσωπα για την οικονομική τους ενίσχυση βάσει της περ. ιη, της παρ. 1 του άρθρου 22 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, Α 248).Εγκ. Α.Α.Δ.Ε. Ε 2038/30.05.2023
Παροχή διευκρινίσεων για τη χορήγηση απαλλαγής α κατοικίας από τους φόρους μεταβίβασης κεφαλαίου με βάση την απογραφή πληθυσμού έτους 2021.Αποφ. Α.Α.Δ.Ε. Α 1085/30.05.2023
Πιστοποιητικό του άρθρου 54Α του ν. 4987/2022 (πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α.)Εγκ. Α.Α.Δ.Ε. Ε 2037/26.05.2023
Διευκρινίσεις ως προς τη φορολογική μεταχείριση της καταβαλλόμενης στους Ευρωβουλευτές της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποζημίωσης, μετά την έκδοση της με αριθ. 431/2023 απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας και την προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 12 του ν. 4172/2013 (Α 167) με τη παρ. 1 του άρθρου 92 του ν. 5036/2023 (Α 77)Αποφ. Α.Α.Δ.Ε. Α 1083/25.05.2023
Τροποποίηση της υπό στοιχεία ΠΟΛ.1137/12.09.2017 (β 3293) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για τον καθορισμό των καταλόγων σχετικά με τις Δηλωτέες Δικαιοδοσίες, δυνάμει του εδαφίου γ της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 4428/2016 (Α 190) και σχετικά με τις Συμμετέχουσες Δικαιοδοσίες, δυνάμει του ίδιου άρθρου και της περ. β της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 4170/2013 (α 163), έναντι της Ελλάδας.
Βασικές διατάξεις που ρυθμίζουν την άδεια Η εορτή του Αγίου Πνεύματος