Κοινοποίηση των διατάξεων της πάγιας ρύθμισης της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του πρώτου άρθρου του ν.4152/2013 (ΦΕΚ Α 107/2013) όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις των άρθρου 43 του ν. 4646/2019 (ΦΕΚ Α 201/2019) και της κατ εξουσιοδότηση εκδοθείσας Απόφασης Υφυπουργού Οικονομικών Α. 1010/2020 (ΦΕΚ Β 187) καθώς και παροχή οδηγιών για την ενιαία εφαρμογή τους
Εγκ. Α.Α.Δ.Ε. Ε. 2025/27.02.2020
Σχετ. 1. ΠΟΛ.1112/2013 «Οροι, προϋποθέσεις και ειδικά θέματα εφαρμογής της Πάγιας Ρύθμισης ληξιπρόθεσμων χρεών της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α/09.05.2013)»
2. ΠΟΛ.1172/2013 «Κοινοποίηση διατάξεων της πάγιας ρύθμισης ληξιπρόθεσμων χρεών της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α/09.05.2013)»
3. ΠΟΛ.1226/2015 «Κοινοποίηση διατάξεων και παροχή οδηγιών για τις τροποποιήσεις των Ρυθμίσεων των διατάξεων: α) των άρθρων 1-17 του ν. 4321/2015, β) του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, γ) του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) και δ) της υποπαραγράφου Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013»
Με την παρούσα σας κοινοποιούμε την διοικητική κωδικοποίηση των διατάξεων της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν.4152/2013 (ΦΕΚ Α107/2013) όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους -συμπλήρωσή τους με τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν.4646/2019 (ΦΕΚ Α201/2019) και την κατ εξουσιοδότηση εκδοθείσα Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών Α.1010/2020 (ΦΕΚ Β 187) και παρέχονται οδηγίες για την ενιαία εφαρμογή τους.
Οι ανωτέρω τροποποιήσεις κρίθηκαν αναγκαίες για τη θέσπιση ενός μόνιμου, οικονομικά εύλογου και δίκαιου συστήματος ρυθμίσεων που θα αποτρέψει εφεξής την ανάγκη καταφυγής σε έκτακτες ρυθμίσεις και θα βελτιώσει την ανταπόκριση των πολιτών και των επιχειρήσεων στις υποχρεώσεις τους στη Φορολογική Διοίκηση.
Πιο αναλυτικά:
ΕΝΟΤΗΤΑ Α
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
Ι. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
Α. Υποχρεωτικά:
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα και Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α90, Κ.Ε.Δ.Ε.), τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α170, Κ.Φ.Δ.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης (όπως π.χ. με δικαστικά επικυρωμένη συμφωνία εξυγίανσης κατ άρθρα 99 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα ή δικαστική απόφαση του ν. 3869/2010 που ορίζει μηνιαίες καταβολές κ.λπ.) ή προσωρινής διαταγής (όπως π.χ. περί ορισμού μηνιαίων καταβολών κατά το ν. 3869/2010).
Β. Μετά από επιλογή του οφειλέτη:
α) οι βεβαιωμένες μη ληξιπρόθεσμες, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής, οφειλές ή δόσεις οφειλών και
β) οι βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής, οφειλές που τελούν σε αναστολή πληρωμής.
γ) οι οφειλές, οι οποίες μετά την 1/11/2019 και μέχρι και τις 25/02/2020 έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της υποπαρ. Α2 του ν.4152/2013 ή στη ρύθμιση του άρθρου 43 του Κ.Φ.Δ, της οποίας οι όροι τηρούνται, δύνανται από τις 26/2/2020, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, να υπαχθούν για το υπόλοιπο αυτών σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 του ν.4152/2013, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν.4646/2019. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι οι οφειλές υπήχθησαν στη ρύθμιση για πρώτη φορά.
Διαφορετικά οι παραπάνω οφειλές της παρούσας περίπτωσης συνεχίζουν να τελούν σε ρύθμιση σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις των προϊσχυουσών διατάξεων.
Επισημάνσεις
- Οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση, η οποία κατά την 1.11.2019 ήταν σε ισχύ, δεν υπάγονται στη παρούσα ρύθμιση.
- Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει να υπαγάγει στη ρύθμιση ορισμένες μόνο από τις προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές. Στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Υπηρεσία υποβάλλεται η αίτηση στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει ευθύνη για την καταβολή μέρους της εντασσόμενης στη ρύθμιση οφειλής. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μιας/ενός Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου και έως την υλοποίηση κατάλληλης μηχανογραφικής εφαρμογής, αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.
ΙΙ. Εξαίρεση από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Στη ρύθμιση δεν δύνανται να υπαχθούν:
1. Οφειλέτες που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα φοροδιαφυγής ακόμα και σε πρώτο βαθμό σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013 η τις προϊσχύσασες αυτού διατάξεις. Αυτό θα δηλώνεται υπεύθυνα από τον αιτούντα και θα ελέγχεται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. / Τελωνείο / άλλη Υπηρεσία σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει η δειγματοληπτικά κατά την κρίση της. Στη ρύθμιση δύνανται να υπαχθούν οφειλέτες οι οποίοι έχουν αθωωθεί κατά τον χρόνο υπαγωγής στη ρύθμιση.
2. Οφειλές, οι οποίες σύμφωνα με διατάξεις άλλων νόμων δεν δύνανται να ρυθμίζονται (π.χ. παρ. 2 του άρ. 22 του ν.4002/2011 (Α180) σχετικά με την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών).
3. Οφειλές που είχαν υπαχθεί σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση η οποία κατά την 1.11.2019 ήταν σε ισχύ, όπως ενδεικτικά, ρυθμισμένες οφειλές κατά τις διατάξεις είτε των άρθρων 1-17 του ν. 4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α), του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α), της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α) η του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), ακόμη και αν οι ανωτέρω ρυθμίσεις απωλέσθηκαν μετά την 1.11.2019, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων που τις διέπουν.
III. Ειδικότερα θέματα
1. Στην περίπτωση οφειλών που έχουν βεβαιωθεί στα Τελωνεία
α) Ρυθμίζονται:
i. οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών
ii. οφειλές που αφορούν πρόστιμα, πολλαπλά τέλη και ποινές για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας
iii. το τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού της καταλογιστικής πράξης, το οποίο είναι απαιτητό σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά αυτής, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 150 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, A 265).
Επισήμανση
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 34 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019, ληξιπρόθεσμες οφειλές από Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και λοιπές συνεισπραττόμενες σύμφωνα με τις διατάξεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα επιβαρύνσεις των προϊόντων του άρθρου 90 του ίδιου Κώδικα δύνανται να ρυθμίζονται με υπαγωγή στις διατάξεις της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου A του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α107), για τον αριθμό δόσεων της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης 1α. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης οφειλών εγκεκριμένων αποθηκευτών του άρθρου 64 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, οι οποίες προέρχονται από τη λειτουργία φορολογικών αποθηκών κρασιού, αναστέλλεται η εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 110 του ίδιου Κώδικα.
β) Δεν Ρυθμίζονται:
i. οφειλές, η προηγούμενη καταβολή των οποίων είναι προϋπόθεση για την έκδοση άδειας παράδοσης του εμπορεύματος,
ii. το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της οφειλής που αναφέρεται στην παρ. 4 του άρθρου 31 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, το οποίο, εφόσον καταβληθεί, σε περίπτωση άσκησης προσφυγής, αναστέλλεται η καταβολή του υπολοίπου της οφειλής.
Επισήμανση
Διευκρινίζεται ότι, στις περιπτώσεις των καταλογιστικών πράξεων που εκδίδονται από τα Τελωνεία με υπόχρεα πρόσωπα πέραν του ενός, οι οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν από τους υπόχρεους -ο καθένας να ρυθμίσει, εφόσον το επιθυμεί, το σύνολο των οφειλών που αφορούν την προσωπική του υποχρέωση - υπό την αίρεση ότι η αλληλέγγυα υποχρέωση του δεν παύει μέχρι την αποπληρωμή της οφειλής από τους λοιπούς οφειλέτες η αυτούς τους ίδιους.
2. Οφειλές βεβαιωμένες στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα και Τελωνεία υπέρ νομικών προσώπων και τρίτων (συμπεριλαμβανομένου και του αλλοδαπού Δημοσίου) υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα εγκύκλιο.
ΕΝΟΤΗΤΑ Β
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
Ι. Υποβολή αίτησης - Καταβολή δόσεων
1. Η ρύθμιση δύναται να χορηγηθεί μέχρι δύο φορές ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής.
2. Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται από τις 26/02/2020 ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
Μεταβατικά και για όσο διάστημα υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. η Τελωνείο η άλλη Υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Κατ εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία.
Από την ηλεκτρονική υποβολή εξαιρούνται επίσης οφειλέτες σε βάρος των οποίων υφίστανται βεβαιωμένες οφειλές υπέρ αλλοδαπού δημοσίου. Στις περιπτώσεις αυτές η υποβολή της αίτησης ρύθμισης αυτών των οφειλών διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία κατόπιν επικοινωνίας με τη Δ/νση Εισπράξεων ή την Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής, κατά περίπτωση. Οι εν λόγω οφειλές υπάγονται σε ξεχωριστή ρύθμιση.
3. Στη ρύθμιση δύνανται να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους όρους:
α) ο πρωτοφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή ο νόμιμος εκπρόσωπος στην περίπτωση του νομικού προσώπου).
β) τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη κατά το μέρος ευθύνης τους.
γ) οι κληρονόμοι αποβιωσάντων οφειλετών, σύμφωνα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας.
δ) οι οφειλέτες σύζυγοι για φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματά του. Ομοίως και σε περίπτωση άλλων φόρων και τελών που προκύπτουν από κοινή δήλωση.
4. Η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης λαμβάνει χώρα εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών της αίτησης.
Με την υποβολή από τον οφειλέτη αιτήματος περί υπαγωγής στη ρύθμιση, όπως ισχύει, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε., από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης δύνανται να καλύπτουν την πρώτη δόση, εφόσον εισπράττονται εντός της ανωτέρω προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσης και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Επισήμανση
Εφόσον δεν έχει εξοφληθεί η πρώτη δόση εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, ο αιτών πρέπει να υποβάλει νέα αίτηση προκειμένου να ρυθμίσει τις οφειλές του.
ΙΙ. Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση
1. Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις δηλώσεις του φόρου προστιθέμενης αξίας της τελευταίας πενταετίας.
Επισήμανση
Η ανωτέρω προϋπόθεση πληρούται εφόσον ο οφειλέτης έχει υποβάλει εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα αλλά υποχρεωτικά έως την ημερομηνία της αίτησης τις ανωτέρω δηλώσεις.
2. Οι υπόλοιπες ληξιπρόθεσμες οφειλές του αιτούντος οι οποίες δεν υπάγονται στη ρύθμιση της παρούσας πρέπει να έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο (με άλλη ρύθμιση ή αναστολή πληρωμής).
3. Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ πρέπει να προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με υπογραφή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή(ορκωτοί ελεγκτές - λογιστές, λογιστές φοροτεχνικοί και κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος). Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, πέραν της τήρησης των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προϋποθέσεων απαιτείται η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο αυτών. Ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίσει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης.
Σύμφωνα με το άρθρο 118 του ν. 4537/2018 (ΦΕΚ 84 Α/15-05-2018), αναστέλλεται για χρονικό διάστημα 2 ετών από τη δημοσίευση του ιδίου νόμου η ισχύς της υποπερίπτωσης γ της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α) , όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις πιστοποίησης από ανεξάρτητο εκτιμητή και παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας όπου αυτό απαιτείται. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις, ενώ με την επανέναρξη ισχύος των ανωτέρω διατάξεων (από 16/05/2020) η υποχρέωση προσκόμισης των ως άνω δικαιολογητικών και εγγυήσεων δεν καταλαμβάνει τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις κατά τη διάρκεια της αναστολής. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν.
4. Με την υποβολή της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων (κινητή και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής), όπως το μηνιαίο εισόδημά του, επενδύσεις/συμμετοχές κάθε μορφής, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), μεταφορικά μέσα, τα ακίνητα επί των οποίων έχει εμπράγματο δικαίωμα, απαιτήσεις από τρίτους, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο εισόδημά του (πχ εκτίμηση για τυχόν έσοδα από μελλοντική εκμίσθωση ακινήτου, εμπορική συμφωνία κλπ).
Επισημάνσεις
- Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να συμπληρώνει τα σχετικά πεδία που εμφανίζονται στην οθόνη της αίτησης.
- Στις περιπτώσεις υποβολής της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία η δήλωση των ανωτέρω στοιχείων συνοδεύει την αίτηση.
- Η ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση κατατίθεται ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης ρύθμισης.
- Η αρμόδια υπηρεσία δύναται οποτεδήποτε να ζητά επιπλέον στοιχεία ή πληροφορίες οι οποίες πρέπει να αποστέλλονται - προσκομίζονται, άλλως θα επέρχεται απώλεια της ρύθμισης.
ΙΙΙ. Αρμόδια Υπηρεσία χορήγησης της ρύθμισης
1. Ως αρμόδια Δ.Ο.Υ. / Τελωνείο / άλλη Υπηρεσία για τη χορήγηση της ρύθμισης, την εξέταση των δικαιολογητικών, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία, ορίζεται η Δ.Ο.Υ / Τελωνείο / άλλη Υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής.
2. Στην περίπτωση συναρμοδιότητας της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, αρμόδια ορίζεται η Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, ανεξάρτητα του ύψους της ρυθμιζόμενης οφειλής.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Ι. Αποτελέσματα για τον οφειλέτη
1. Διακανονισμός πληρωμής
Δυνατότητα καταβολής των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ., τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία οφειλών που ρυθμίζονται σε μηνιαίες δόσεις, οι οποίες ανέρχονται από δύο (2) έως εικοσιτέσσερις (24) ή από δύο (2) έως σαράντα οχτώ (48), εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό και τελωνειακό έλεγχο καθώς και για μη φορολογικές και τελωνειακές οφειλές.
Επισήμανση
Οφειλές βεβαιωμένες υπέρ αλλοδαπού δημοσίου δύναται να ρυθμίζονται σε έως 24 δόσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 1.α. (i) της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 του Ν.4646/2019.
(α) Για την υπαγωγή στη ρύθμιση των οφειλών που ρυθμίζονται σε έως είκοσι τέσσερις (24) δόσεις (υποπερ. 1.α. (i) της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013) θα πρέπει να αποδεικνύεται η βιωσιμότητα του διακανονισμού.
(β) Ο αριθμός των δόσεων της ρύθμισης για τις οφειλές που ρυθμίζονται σε έως 48 δόσεις (υποπερ. 1.α. (ii) της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013) καθορίζεται με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Στην περίπτωση αυτή υπάγονται και 1) οι οφειλές που προκύπτουν από διοικητικό προσδιορισμό φόρου με βάση όχι στοιχεία που περιέχονται σε φορολογική δήλωση αλλά στοιχεία που έχει στη διάθεση της η Φορολογική Διοίκηση από άλλες πηγές, με εξαίρεση τον προσδιορισμό κατά τις διατάξεις του άρθρου 5Α του ν. 4172/2013 (ενδεικτικά οι οφειλές οι προερχόμενες από τις πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκαν βάσει της παρ.2 του άρθρου 32 του ν.4174/2013 για αναδρομικά μισθών και συντάξεων που εισπράχθηκαν το έτος 2013 και δεν δηλώθηκαν) καθώς και 2) οι οφειλές που προκύπτουν από εκτιμώμενο προσδιορισμό του φόρου.
Ειδικότερα:
(β1) Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται με βάση το μέσο όρο του συνολικού εισοδήματός τους (ατομικό, φορολογούμενο η απαλλασσόμενο, πραγματικό η τεκμαρτό), με οποιοδήποτε τρόπο και εάν έχει αυτό προσδιοριστεί (είτε βάσει δήλωσης του φορολογούμενου είτε κατόπιν ελέγχου η οίκοθεν βάσει στοιχείων που έχει στη διάθεση της η Φορολογική Διοίκηση), κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση η το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο η απαλλασσόμενο, πραγματικό η τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο από το μέσο όρο, και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής. Για καθορισμό του αριθμού των δόσεων κατά τα ανωτέρω δεν λαμβάνεται υπόψιν το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους για το οποίο κατά τον χρόνο της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση δεν έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Ο αριθμός των δόσεων υπολογίζεται ως εξής:
Το συνολικό εισόδημα πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο της υποπερίπτωσης β της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 43 του ν. 4646/2019.
Το άθροισμα των γινομένων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Πιο αναλυτικά: έστω ότι φορολογούμενος χωρίς παιδιά με ρυθμιζόμενη οφειλή 25.000 και με εισόδημα φορ. έτους 2016=20.000, φορ.έτους 2017=50.000, φορ.έτους 2018= 70.000. Ο μέσος όρος του εισοδήματος είναι 46.666,66. Οπότε ο αριθμός δόσεων θα καθοριστεί με βάση το εισόδημα του τελευταίου φορ.έτους πριν την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, που είναι μεγαλύτερο του μέσου όρου, δηλαδή εισόδημα 70.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 7200. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 600 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας δίνει το πλήθος των δόσεων. Δηλαδή 25.000 / 600 = 41,66. Οπότε χορηγείται ρύθμιση 41 δόσεων.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για κανένα από τα φορολογικά έτη που λαμβάνονται υπόψιν για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής, ή έχει υποβάλει μηδενικές δηλώσεις για όλα τα έτη αυτά, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης.
Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής προσμετράται το υπολειπόμενο ρυθμισμένο ποσό από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης 1 α (ii) της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 μετά την τροποποίηση του άρθρου 43 του ν. 4646/2019, στο βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης.
Πιο αναλυτικά: έστω ότι φορολογούμενος χωρίς παιδιά με ρυθμιζόμενη οφειλή ποσού 14.000 ευρώ με εισόδημα φορ. έτους 2016=70.000, φορ. έτους 2017=60.000, φορ. έτους 2018= 50.000, στον οποίο έχει ήδη χορηγηθεί ρύθμιση 48 δόσεων και για την οποία έχει ήδη καταβάλλει τις 12 δόσεις. Ο μέρος όρος του εισοδήματος είναι 60.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 5700. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 475 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας αντιστοιχεί στον αρχικό υπολογισμό του πλήθους των δόσεων. Δηλαδή 14.000 / 475 = 29,47. Οπότε αρχικά υπολογίζεται ρύθμιση 29 δόσεων.
Στη συνέχεια, δεδομένου ότι από την προηγούμενη ρύθμιση εκκρεμεί η καταβολή 36 δόσεων ποσού 200 ευρώ μηνιαίως (συνολικά ποσό 36 x 200 € = 7.200 ευρώ) διαπιστώνεται ότι συμπίπτουν 29 δόσεις, δηλαδή ότι για τους 29 επόμενους μήνες ο φορολογούμενος οφείλει να καταβάλλει δόσεις δύο διακριτών ρυθμίσεων. Κατ επέκταση, για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής θα προστεθεί (πλασματικά) στο ρυθμιζόμενο ποσό (14.000) το γινόμενο του αριθμού των δόσεων που συμπίπτουν και του ποσού της μηνιαίας δόσης της προηγούμενης ρύθμισης (29 x 200 = 5800) και θα προκύψει συνολικά (πλασματικά) ποσό 14000 + 5800=19800, το οποίο θα διαιρεθεί με τη μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 19800/475 = 41 δόσεις. Οπότε χορηγείται ρύθμιση 41 δόσεων.
(β2) Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται με βάση το μέσο όρο των συνολικών ακαθάριστων εσόδων, με οποιοδήποτε τρόπο και εάν έχουν αυτά προσδιοριστεί (είτε βάσει δήλωσης του φορολογούμενου είτε κατόπιν ελέγχου ή οίκοθεν βάσει στοιχείων που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση), των τριών τελευταίων πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση φορολογικών ετών ή τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από τον μέσο όρο, και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής. Για καθορισμό του αριθμού των δόσεων κατά τα ανωτέρω δεν λαμβάνεται υπόψιν το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους για το οποίο κατά τον χρόνο της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση δεν έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Ο αριθμός των δόσεων υπολογίζεται ως εξής: Τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο ένατο εδάφιο υποπερίπτωσης β της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 43 του ν. 4646/2019.
Το άθροισμα των γινομένων των ακαθάριστων εσόδων με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Πιο αναλυτικά: έστω ότι νομικό πρόσωπο με ρυθμιζόμενη οφειλή 200.000 και με ακαθάριστα φορ.έτους 2016=1.200.000, φορ.έτους 2017=1.500.000, φορ.έτους 2018= 600.000. Ο μέσος όρος είναι 1.100.000. Οπότε ο αριθμός δόσεων θα καθοριστεί με βάση το μέσο όρο που είναι μεγαλύτερος από το εισόδημα του τελευταίου φορ.έτους πριν την ημερ/νία υπαγωγής στη ρύθμιση, δηλαδή ακαθάριστα 1.100.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο ποσό για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 57.000. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 4750 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας δίνει το πλήθος των δόσεων. Δηλαδή 200.000 / 4750 = 42,10. Οπότε χορηγείται ρύθμιση 42 δόσεων.
Σε περίπτωση που για όλα τα φορολογικά έτη με βάση τα οποία καθορίζεται η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη έχουν υποβληθεί μηδενικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος ή δεν υπήρχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης λόγω νεοσύστατου νομικού προσώπου και μη παρέλευσης της προθεσμίας υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης για ρύθμιση, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης. Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν και οι οφειλές από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης 1 α (ii) της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 μετά την τροποποίηση του άρθρου 43 του ν. 4646/2019, στον βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης.
Πιο αναλυτικά: έστω ότι νομικό πρόσωπο με ρυθμιζόμενη οφειλή 200.000 και με ακαθάριστα φορ. έτους 2016=1.200.000, φορ. έτους 2017=1.500.000, φορ. έτους 2018= 600.000, στο οποίο έχει ήδη χορηγηθεί ρύθμιση 48 δόσεων και για την οποία έχει ήδη καταβάλλει τις 12 δόσεις. Ο μέρος όρος του εισοδήματος είναι 1.100.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο ποσό για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 57.000. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 4750 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας αντιστοιχεί στον αρχικό υπολογισμό του πλήθους των δόσεων. Δηλαδή 200.000 / 4750 = 42,10. Οπότε αρχικά υπολογίζεται ρύθμιση 42 δόσεων.
Στη συνέχεια, δεδομένου ότι από την προηγούμενη ρύθμιση εκκρεμεί η καταβολή 36 δόσεων ποσού 2000 ευρώ μηνιαίως (συνολικά ποσό 36 x 2000 € = 72000 ευρώ) διαπιστώνεται ότι συμπίπτουν 36 δόσεις, δηλαδή ότι για τους 36 επόμενους μήνες ο φορολογούμενος οφείλει να καταβάλλει δόσεις δύο διακριτών ρυθμίσεων. Κατ επέκταση, για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής θα προστεθεί (πλασματικά) στο ρυθμιζόμενο ποσό (200.000) το γινόμενο του αριθμού των δόσεων που συμπίπτουν και του ποσού της μηνιαίας δόσης της προηγούμενης ρύθμισης (36 x 2000 = 72000) και θα προκύψει συνολικά (πλασματικά) ποσό 200000 + 720000=272.000, το οποίο θα διαιρεθεί με τη μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 272000/4750 = 57,26 δόσεις. Οπότε χορηγείται ρύθμιση στο ανώτατο αριθμό δόσεων δηλαδή 48 δόσεις.
Αν το νομικό πρόσωπο η η νομική οντότητα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικά ακαθάριστα έσοδα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνονται υπόψη τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών. Σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο η η νομική οντότητα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών πέραν των πέντε ετών πριν την υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, μη συμπεριλαμβανομένου του έτους της αίτησης, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων.
Για την εφαρμογή των οριζόμενων στην περ. β της παρ. 2 του άρθρου 3 της Α.1010/2020 Απόφασης Υφυπουργού Οικονομικών (ήτοι για τον καθορισμό του αριθμού των δόσεων ρύθμισης οφειλών σε έως 48 δόσεις νομικού προσώπου η νομικής οντότητας), στις περιπτώσεις που οφειλέτες είναι νομικά πρόσωπα η νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δημοσίου η ιδιωτικού δικαίου, λαμβάνονται υπόψη τα συνολικά (φορολογούμενα η απαλλασσόμενα) έσοδα.
Για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που αφορούν εισοδήματα που αποκτώνται από την 1.1.2014 και εφεξής, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα του έτους αυτού, όπως αυτό προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 001 (Φορολογητέα Κέρδη) και από το πεδίο «Λοιπά έσοδα μη φορολογούμενα» του πίνακα 2Β του εντύπου Ν (Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων άρθρου 45 ν.4172/2013), ενώ για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν εισοδήματα που έχουν αποκτηθεί πριν από την 1.1.2014, λαμβάνεται υπόψη αυτό που προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 820 ή 013 (Σύνολο φορολογούμενου και απαλλασσόμενου εισοδήματος) του εντύπου Φ-01012 (Εντυπο δήλωσης για νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα).
Σε περίπτωση διακοπής εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο) του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών, όπως αυτό προσδιορίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Επισημάνσεις
- Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες έως εικοσιτέσσερις (24) και άλλες έως σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται ταυτόχρονα.
- Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
- Ο αριθμός των δόσεων που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις δεν μπορεί να είναι μικρότερος των είκοσι τεσσάρων (24), υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης, ήτοι των τριάντα (30) ευρώ. Ο οφειλέτης, όμως, μπορεί να επιλέξει την αποπληρωμή σε λιγότερες των είκοσι τεσσάρων (24) μηνιαίων δόσεων.
- Η υπαγωγή στη ρύθμιση μπορεί να γίνει οποτεδήποτε.
- Για την υπαγωγή φυσικού προσώπου στη ρύθμιση στην υπεύθυνη δήλωση που υποβάλλεται δηλώνεται ότι το εισόδημα των ετών που λαμβάνονται υπόψιν για την ικανότητα αποπληρωμής έχει προσδιοριστεί αποκλειστικά με βάση τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος. Αντίστοιχα, για την υπαγωγή νομικού προσώπου στη ρύθμιση δηλώνεται ότι, τα ακαθάριστα έσοδα των ετών που λαμβάνονται υπόψιν για την ικανότητα αποπληρωμής έχει προσδιοριστεί αποκλειστικά με βάση τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.
- Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
i) για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα Πιστωτικά Ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος (Εκδόσεις / Στατιστικό Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας), πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο υπολογισμού του τόκου αναπροσαρμόζεται ετησίως, την πρώτη εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν της δημοσίευσης του ως άνω μέσου ετήσιου επιτοκίου και ισχύει για όλες τις ρυθμίσεις που χορηγούνται μέχρι τον επανακαθορισμό του το επόμενο έτος. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
ii) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της ανωτέρω περίπτωσης i, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο ως άνω τόκος είναι ετησίως υπολογιζόμενος και παραμένει σταθερός καθ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
iii) Σε περίπτωση απώλειας και υπαγωγής των ίδιων οφειλών στη ρύθμιση για δεύτερη φορά από τον ίδιο οφειλέτη, τα επιτόκια των ανωτέρω υποπεριπτώσεων i και ii προσαυξάνονται κατά μιάμιση (1,5) ποσοστιαία μονάδα. Η προσαύξηση υπολογίζεται επί των επιτοκίων, όπως αυτά διαμορφώνονται με βάση τον αριθμό των δόσεων της δεύτερης ρύθμισης. Ήτοι για οφειλές που με τη δεύτερη ρύθμιση ρυθμίζονται σε έως δώδεκα δόσεις, το επιτόκιο διαμορφώνεται ως εξής: επιτόκιο δημοσιευμένο από την ΤτΕ + 0,25% + 1,5%, ενώ για οφειλές που ρυθμίζονται σε πάνω από 12 δόσεις, ως εξής: επιτόκιο ΤτΕ + 0,25%+1,5%+1,5%.
iv) Τα επιτόκια των προηγούμενων υποπεριπτώσεων δεν υπερβαίνουν τα επιτόκια που ορίζονται για την εφαρμογή της παρ.1 του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..
v) Με την υπαγωγή και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..
vi) Για οφειλές από δασμούς, και ανεξαρτήτως του αριθμού των δόσεων της ρύθμισης αυτών, το επιτόκιο υπολογισμού του τόκου ισούται με το εκφρασμένο σε ετήσια βάση και δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σειρά C, επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της την πρώτη ημέρα του μήνα λήξης της προθεσμίας καταβολής τους, για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ή την πρώτη ημέρα του μήνα βεβαίωσής τους, για τις μη ληξιπρόθεσμες οφειλές, προσαυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα (Τράπεζα της Ελλάδος/Εκδόσεις/Στατιστικό Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας). Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης και δεν προσαυξάνεται λόγω υπαγωγής της συγκεκριμένης κατηγορίας οφειλών σε ρύθμιση για δεύτερη φορά από τον ίδιο οφειλέτη, ούτε υπόκειται στον περιορισμό της υποπερίπτωσης δ. Τόκος δεν υπολογίζεται, εφόσον οι ρυθμιζόμενες οφειλές δεν υπερβαίνουν ανά πράξη βεβαίωσης το ποσό των δέκα (10) ευρώ.
2. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας
Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. μηνιαίας διάρκειας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού και των οριζομένων στην κατ εξουσιοδότηση εκδοθείσα Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1274/2013 (ΦΕΚ Β3398), όπως ισχύουν. Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από παρακράτηση λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας καλύπτουν δόση ή δόσεις ρύθμισης.
3. Αναβολή εκτέλεσης ποινής
Με την υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, η εφόσον άρχισε η εκτέλεση της, διακόπτεται. Καθ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.
4. Αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης
α) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών η ακινήτων (έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού), εφόσον η εκτέλεση αφορά μόνο οφειλές που ρυθμίζονται με τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του ν. 4152/2013.
β) Η ανωτέρω αναστολή δεν ισχύει για τις κατασχέσεις που έχουν ήδη επιβληθεί πριν την υπαγωγή των οφειλών στη ρύθμιση στα χέρια τρίτων η έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες κατάσχεσης. Τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από αυτές, θα πιστώνονται σε δόση η δόσεις της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Σημειώνεται ότι, αν ο οφειλέτης απολέσει τη ρύθμιση, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
II. Δικαιώματα του Δημοσίου
1. Και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα:
α) να επιβάλλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων η των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη
β) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του, η να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 12 του ν. 4174/2013 και των οριζομένων στην κατ εξουσιοδότηση εκδοθείσα Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1274/2013, όπως ισχύουν.
2. Η ρύθμιση οφειλών στην οποία υπάγεται οφειλέτης δεν επηρεάζει το συμψηφισμό απαίτησης του οφειλέτη κατά του Δημοσίου (άρθρο 83 του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει), το δε ποσό της απαίτησης αυτής συμψηφίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Υπηρεσίας στο σύνολό του και μέχρι το ύψος της οφειλής.
Επισήμανση
Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εάν προκύψει συμψηφισμός κατά το άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύει, στην περίπτωση που η ημερομηνία συνάντησης των ανταπαιτήσεων είναι προγενέστερη της ημερομηνίας υπαγωγής στη ρύθμιση, η οφειλή συμψηφίζεται και εκ των υστέρων υπάγεται σε ρύθμιση το εναπομένον ποσό αυτής. Στην περίπτωση που η ημερομηνία συνάντησης των ανταπαιτήσεων είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας υπαγωγής στη ρύθμιση, διενεργείται πίστωση στις μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης.
ΙΙΙ. Ισχύς ρύθμισης
Η ρύθμιση καθίσταται ενεργή και ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων αυτής από την εμπρόθεσμη εξόφληση της πρώτης δόσης εκτός και αν μετά τον έλεγχο των δηλούμενων ή και προσκομιζόμενων στοιχείων από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. / Τελωνείο / Υπηρεσία (όπου απαιτούνται) προκύπτει απώλεια αυτής.
IV. Απώλεια της ρύθμισης
1. Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς,
β) δεν καταβάλει την τυχόν μία εκπρόθεσμη δόση της ρύθμισης με την αναλογούσα προσαύξηση αυτής (15%) μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης,
γ) δεν υποβάλλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους,
δ) δεν είναι ενήμερος στις οφειλές του (ατομικές και οφειλές από συνυποχρέωση, συνυπευθυνότητα) από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά, (ανεξάρτητα από την υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης στην οποία έχουν βεβαιωθεί),
ε) έχει υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία, προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση. Ως ελλιπής νοείται η μη υποβολή των απαραίτητων ή των τυχόν συμπληρωματικά αιτηθέντων στοιχείων ή πληροφοριών. Για τον σκοπό αυτό διενεργείται δειγματοληπτικά έλεγχος των στοιχείων που υποβάλλονται από τους φορολογούμενους.
2. Γενικώς, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του πρώτου άρθρου του ν.4152/2013 και της απόφασης Υφυπουργού Οικονομικών Α.1010/2020 (ΦΕΚ 187 Β), η ρύθμιση απόλλυται και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης και καταπίπτουν οι προσφερθείσες εγγυήσεις.
V. Αναστολή παραγραφής
Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.
VI. Ευεργέτημα συνέπειας στη ρύθμιση
Σε οφειλέτες που είναι συνεπείς στην εκπλήρωση των όρων της ρύθμισης μέχρι το πέρας αυτής, κατόπιν εξόφλησης της τελευταίας δόσης, επιστρέφεται ποσό, που ισούται με το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των τόκων που ορίζονται στην περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 μετά την τροποποίηση του άρθρου 43 του ν. 4646/2019 και έχουν επιβαρύνει το ποσό των δόσεων της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το προς επιστροφή ποσό δεν παρακρατείται, δεν κατάσχεται και δεν συμψηφίζεται με άλλες υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το Δημόσιο ή τρίτους.
Η επιστροφή γίνεται, ύστερα από πράξη του Προϊσταμένου του τμήματος Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης Δ.Ο.Υ., από την οποία προκύπτει το προς επιστροφή ποσό, όπως προτείνεται από την ηλεκτρονική εφαρμογή του Ο.Π.Σ. Taxis. Η πράξη συντάσσεται σε τρία αντίτυπα και υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του τμήματος και της Δ.Ο.Υ. Στην πράξη αυτή μνημονεύεται ο Α.Φ.Μ. και τα στοιχεία του δικαιούχου, το ποσό και η αιτία της επιστροφής, που διατυπώνεται με σαφήνεια. Τα δύο αντίτυπα αυτής, μεταξύ των οποίων και το πρωτότυπο, παραδίδονται στον προϊστάμενο του τμήματος Εσόδων της Δ.Ο.Υ. που έκανε την είσπραξη και το τρίτο παραμένει στο αρχείο. Με βάση την ανωτέρω πράξη ο προϊστάμενος του τμήματος Εσόδων της Δ.Ο.Υ. που έκανε την είσπραξη συντάσσει Ατομικό Φύλλο Εκπτωσης (Α.Φ.ΕΚ.) σε δύο αντίτυπα. Σε κάθε αντίτυπο του Α.Φ.ΕΚ. επισυνάπτεται και μία πράξη. Το πρωτότυπο του Α.Φ.ΕΚ. μαζί με το πρωτότυπο της πράξης υποβάλλεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ενώ το άλλο αντίτυπο παραμένει στο αρχείο της Δ.Ο.Υ..
Η παραπάνω διαδικασία εφαρμόζεται μέχρι την ολοκλήρωση των σχετικών αυτοματοποιημένων κεντρικών διαδικασιών επιστροφής ή σε περιπτώσεις τεχνικής αδυναμίας.
Οσον αφορά τις ρυθμισμένες στα Τελωνεία οφειλές, για την επιστροφή του σχετικού ποσού εκδίδεται απόφαση επιστροφής από το τμήμα Δικαστικού του αρμόδιου για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Τελωνείο, από την οποία προκύπτει το προς επιστροφή ποσό, η οποία αποτελεί και τίτλο πληρωμής. Συντάσσεται σε τέσσερα αντίτυπα και υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του τμήματος και του Τελωνείου. Στην απόφαση μνημονεύονται ο Α.Φ.Μ. και τα στοιχεία του δικαιούχου, το ποσό και η αιτία της επιστροφής, που διατυπώνεται με σαφήνεια. Ενα εκ των αντιτύπων της απόφασης παραδίδεται στο ταμείο του Τελωνείου για την πραγματοποίηση της επιστροφής, ένα παραδίδεται στον δικαιούχο της επιστροφής, ένα παραμένει στο αρχείο του δικαστικού και ένα αντίτυπο υποβάλλεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο με τον ενιαύσιο λογαριασμό κατά τα ισχύοντα. Η επιστροφή δύναται να διενεργείται και κεντρικά.
Η επιστροφή τόκων που έχουν εισπραχθεί υπέρ νομικών προσώπων και τρίτων από τις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα/Τελωνεία διενεργείται από την αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσία ως κάτωθι:
α) εφόσον το ποσό έχει αποδοθεί στο δικαιούχο νομικό πρόσωπο η τρίτο χορηγείται βεβαίωση για την επιστροφή του από το νομικό πρόσωπο η τρίτο.
β) εφόσον το ποσό δεν έχει αποδοθεί στο δικαιούχο νομικό πρόσωπο η τρίτο η επιστροφή του γίνεται με τη δημιουργία ατομικού φύλλου έκπτωσης.
Για την επιστροφή τόκων που έχουν εισπραχθεί υπέρ αλλοδαπού δημοσίου, προηγείται επικοινωνία με την Δ/νση Εισπράξεων η την Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής, κατά περίπτωση.
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης και υπαγωγής των ίδιων οφειλών από τον ίδιο οφειλέτη σε ρύθμιση για δεύτερη φορά ως βάση υπολογισμού του ποσού των τόκων που επιστρέφονται, λαμβάνεται το σύνολο των τόκων της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 μετά την τροποποίηση του άρθρου 43 του ν. 4646/2019 που επιβαρύνουν τις οφειλές από την πρώτη υπαγωγή τους στη ρύθμιση και ως την εξόφληση τους.
Επισήμανση
Η διάταξη ισχύει από 1.1.2020. Δεν καταλαμβάνει καταβληθέντες τόκους με τις προϊσχύουσες διατάξεις, αλλά τους τόκους που κατεβλήθησαν με τη «νέα» πάγια ρύθμιση.
ΕΝΟΤΗΤΑ Δ
ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
I . Εκπρόθεσμη καταβολή δόσης
Στην περίπτωση καθυστέρησης μιας δόσης, αυτή πρέπει να καταβληθεί με επιβάρυνση 15% εντός της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης. Στην περίπτωση που η δόση της οποίας η καταβολή καθυστερεί για πρώτη φορά είναι η τελευταία, αυτή πρέπει να καταβληθεί προσαυξημένη κατά 15% μέχρι την τελευταία εργάσιμη του επόμενου από την ημερομηνία καταβολής αυτής μήνα.
ΙΙ. Λοιπά θέματα
Δυνατότητα ρύθμισης για δεύτερη φορά
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, επιτρέπεται, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α και β της περίπτωσης 1 της υποπ. Α2 του πρώτου άρθρου του ν.4152/2013, η υπαγωγή της ίδιας οφειλής ανά οφειλέτη στη παρούσα ρύθμιση για δεύτερη φορά. Ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των δόσεων που υπολείπονταν κατά τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή, για την εκ νέου υπαγωγή στη ρύθμιση, απαιτείται ως πρώτη δόση της ρύθμισης η προκαταβολή ποσού διπλάσιου της μηνιαίας δόσης της δεύτερης ρύθμισης.
1. Η δήλωση του ποσού της προκαταβολής γίνεται από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής στη ρύθμιση.
2. Η προκαταβολή είναι καταβλητέα μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες μέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για δεύτερη ρύθμιση. Η δεύτερη ρύθμιση καθίσταται ενεργή με την προκαταβολή του ποσού που δηλώνεται από τον οφειλέτη. Οι υπόλοιπες δόσεις της δεύτερης ρύθμισης είναι καταβλητέες έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών που έπονται από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Το ποσό της προκαταβολής εξοφλείται με εκούσια καταβολή ή με συμψηφισμό κατ άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.
3. Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Σε περίπτωση που υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Επισήμανση
Οφειλές, οι οποίες κατά την 1/11/2019 δεν τελούσαν σε ρύθμιση αλλά είχαν υπαχθεί προγενέστερα στις διατάξεις της ρύθμισης της υποπαρ. Α2 του ν.4152/2013 και αυτή απωλέσθη ή υπήχθησαν σε αυτή μετά την 1/11/2019 και μέχρι τις 26/2/2020 και απωλέσθηκε, δύναται να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση της υποπαρ. Α2, όπως ισχύει και τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 του ν.4646/2019, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα. Στην περίπτωση αυτή η ρύθμιση θεωρείται δεύτερη.
ΙΙΙ. Εναρξη εφαρμογής της ρύθμισης
Ο χρόνος έναρξης εφαρμογής για την υπαγωγή στις διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4646/2019 είναι η 26/02/2020. Μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία εξακολουθούν να υλοποιούνται οι διατάξεις της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 πριν την τροποποίηση με τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4646/2019.
ΕΝΟΤΗΤΑ Ε
ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Οταν ζητείται η έκδοση πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. σύμφωνα με το άρθρο 54Α του Κ.Φ.Δ. και ο φορολογούμενος έχει ανεξόφλητες οφειλές από διαφορετικές πηγές, συμπεριλαμβανομένου του ΕΝ.Φ.ΙΑ, οι οποίες έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση, και στις περιπτώσεις που υπάρχει υποχρέωση απόδοσης του επιμεριστικά αναλογούντος φόρου είτε από τον υπόχρεο είτε από συμβολαιογράφο, ισχύουν τα οριζόμενα στις ΠΟΛ.1004/2015 (Β 2) απόφαση ΓΓΔΕ και ΠΟΛ.1117/2015 εγκύκλιο. Συγκεκριμένα η ΠΟΛ.1004/2015 αναφέρεται στον τρόπο υπολογισμού και αναγραφής του αναλογικά επιμεριστικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. επί του πιστοποιητικού του άρθρου 54Α του Κ.Φ.Δ., ενώ η ΠΟΛ.1117/2015 περιγράφει τον τρόπο πίστωσης αυτού έναντι των λοιπών οφειλών, καθώς ο συμβολαιογράφος έχει κατά τον νόμο υποχρέωση απόδοσής του εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών εργάσιμων ημερών από τη σύνταξη του συμβολαίου επί ποινή ακυρότητας αυτού.
Η εγκύκλιος ΠΟΛ.1117/2015 εξακολουθεί να ισχύει και ως προς τον τρόπο χορήγησης του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν.2961/2001.
Στις περιπτώσεις που κατά τη μεταβίβαση ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων κ.λπ. χορηγούνται σωρευτικά πιστοποιητικό/ά φόρου κληρονομιών ή/και ΕΝ.Φ.Ι.Α. ή/και αποδεικτικό ενημερότητας με τον όρο της παρακράτησης και απόδοσης των επ αυτών αναγραφόμενων ποσών ισχύουν τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1118/2016 εγκύκλιο. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ως άνω εγκύκλιο, αν έχουν εκδοθεί πιστοποιητικά φόρου κληρονομιών ή/και ΕΝ.Φ.Ι.Α. με τον όρο παρακράτησης φόρου, τότε επί του αποδεικτικού ενημερότητας/επί της βεβαίωσης οφειλής πρέπει να αναγράφεται ως επισημείωση: «Στο ποσό που παρακρατείται, συμπεριλαμβάνεται επιμεριστικός φόρος ύψους ευρώ, εκ του υπ αριθ πιστοποιητικού ».
ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 43 Ν. 4174/2013
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 67 του ν. 4646/2019, από 01/04/2020 το άρθρο 43 του ν. 4174/2013 καταργείται. Οι υφιστάμενες ρυθμίσεις του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 συνεχίζουν να ισχύουν με τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτού.
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1143/21.9.2023 (Β 5599) απόφασης του Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αναφορικά με την αναστολή είσπραξης βεβαιωμένων οφειλών.Α.Υ.Ο. Α 1145/30.09.2024
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α. 1143/21.09.2023 (Β 5599) απόφασης Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αναφορικά με την παράταση καταβολής βεβαιωμένων οφειλών.Αποφ. Α.Α.Δ.Ε. Α 1146/01.11.2024
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1157/12.10.2023 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) «Καθορισμός του χρόνου και της διαδικασίας αναβάθμισης των Μέσων Πληρωμών, που χρησιμοποιούν οι οντότητες του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α 251), από τους Παρόχους Μέσων Πληρωμών (NSPs), για την ολοκλήρωση της διαδικασίας διασύνδεσης αυτών με τα Ταμειακά Συστήματα, καθώς και κάθε άλλου ειδικότερου θέματος για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15Β του ν. 4987/2022 (ΚΦΔ). Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1021/2023 (Β1826) απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ» (Β 5994).Α.Υ.Ο. Α 1143/26.09.2024
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1118/01.08.2024 κοινής απόφασης των Υφυπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών «Καθορισμός του μορφότυπου της αναγραφής της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 4446/2016 (Α 240) για τις επιχειρήσεις ταξί, των σημείων εντός του οχήματος στα οποία τίθεται η αναγραφή αυτή, του τρόπου παραγωγής και διάθεσής της, του τρόπου κάλυψης της δαπάνης καθώς και κάθε άλλου θέματος σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος» (Β 4529).Αποφ. Α.Α.Δ.Ε. Α 1106/08.07.2024
Διενέργεια ελέγχου για τη διαπίστωση της ορθής εφαρμογής του άρθρου 54 Α του ν. 4987/2022 (Α206) από τους συμβολαιογράφους ή/και από τους φύλακες μεταγραφών/προϊσταμένους κτηματολογικών γραφείων, για το έτος 2023